Μία μέρα μετά το νικηφόρο ντέρμπι του Ολυμπιακού στην Τούμπα επί του ΠΑΟΚ, σχεδόν όλοι έχουν εστιάσει σε ένα σημείο. Την ύπαρξη τεσσάρων (4!) Ελλήνων παικτών στην αρχική ενδεκάδα, έξι (6!) συνολικά, εκ των οποίων οι τρεις να προέρχονται από την ομάδα των πιτσιρικάδων που κατέκτησαν πέρσι το Youth League.
Όλο αυτό δηλαδή, αποτελεί μια ευχάριστη είδηση για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η μία ανάγνωση είναι αυτή. Η άλλη, και θεωρώ πιο κοντινή στην εγχώρια πραγματικότητα, είναι ότι πρόκειται, δυστυχώς, για μια εξαίρεση στον κανόνα που έχει καλλιεργηθεί κυρίως από την επιμονή του Χοσέ Μεντιλίμπαρ και κατά συνέπεια από τα θετικά αποτελέσματα που ακολούθησαν.
Γιατί η αλήθεια είναι ότι στις πρώτες απόπειρες του κόουτς να εντάξει τους μικρούς στην ομάδα των ανδρών, ακούστηκαν ουκ ολίγες γκρίνιες όταν η νίκη δεν ερχόταν στο πιάτο. Εκείνος όμως επέμεινε, ακόμα και όταν άρχισαν να αιωρούνται φωνές που ήθελαν -ναι! Γιατί όχι;- και την απομάκρυνση του ίδιου. Ναι, ο άνθρωπος με τον οποίο ο Ολυμπιακός κατέκτησε τον πρώτο ευρωπαϊκό τίτλο σε διασυλλογική διοργάνωση, έγινε λίγους μήνες μετά “όχι αρκετός”. Τέλος πάντων, σκοπός αυτού του κειμένου δεν είναι να πάει προς αυτό το μονοπάτι, οπότε επανερχόμαστε στο θέμα “εμπιστοσύνη στα ταλέντα”.
Ενώ μας αρέσει να ακούμε και να διαβάζουμε ιστορίες με πιτσιρικάδες που ενώ δεν έχουν τελειώσει καλά καλά το σχολείο, όχι μόνο αγωνίζονται σε επαγγελματικό επίπεδο, αλλά διακρίνονται και γίνονται βασικά θέματα σε διεθνή ΜΜΕ, και μήλον της Έριδος για τα μεγάλα ποδοσφαιρικά κλαμπ της Ευρώπης, στα εγχώρια θα θέλαμε τα πράγματα να είναι λίγο διαφορετικά.
Θα θέλαμε μεν κι εμείς 18χρονα υπερ-ταλέντα για την ομάδα μας, αλλά με πείρα 35χρονου. Να μην κάνει λάθη, να έχεις άπειρες εμπειρίες, το μυαλό του να είναι ώριμο και στη θέση του και τέλος πάντων να είναι 18χρονος μόνο στην ταυτότητα. Σε περίπτωση που υποπέσει σε κάποιο λάθος εντός αγωνιστικού χώρου, να παραπεμφθεί το δίχως άλλο σε απολογία, και να ξαναδεί χορτάρι όταν θα έχει ωριμάσει. Δηλαδή σε καμία 10αριά χρόνια, όταν για εμάς θα θεωρείται ακόμα ταλέντο.
Η περίπτωση του Ολυμπιακού, είναι σπάνια για τα ελληνικά δεδομένα και ιδιαίτερη. Πρώτον γιατί έχει την τύχη να βρίσκονται στη διάθεσή του περισσότεροι από ένας ποδοσφαιριστής την ίδια χρονική περίοδο, πράγμα που σημαίνει ότι έχει την ευκαιρία να “χτίσει” γύρω από αυτά τα παιδιά ένα εξαιρετικό μέλλον για την ομάδα. Δεύτερον γιατί, όπως είπαμε και πιο πάνω, έχει έναν προπονητή με όραμα για την μακροπρόθεσμη “αντοχή” του συλλόγου, ο οποίος δεν κουβαλάει καμία ανασφάλεια πάνω του για τη θέση του και την περίπτωση απώλειάς της.
Όσο καιρό βρίσκεται στα ελληνικά γήπεδα, ούτε μία φορά δεν μας έχει δώσει την εντύπωση ότι τρέμει το φυλλοκάρδι του μην τυχόν και απολυθεί. Θα έλεγα πως συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Είναι τόσο πιστός και σταθερός στη φιλοσοφία του, ξέρει ακριβώς ποιος είναι και τι μπορεί να κάνει που οι εφήμερες απολαύσεις που προσφέρουν τα θετικά αποτελέσματα δεν είναι ικανά να τον παρεκκλίνουν της πορείας του και να προδώσει τα πιστεύω του.
Φυσικά και τα θετικά αποτελέσματα βοηθούν πολύ στο καλωσόρισμα των νέων στην ομάδα.
Ίσως αν κάποιοι αγώνες “στράβωναν” το ίδιο να πάθαιναν και οι οπαδοί. Αλλά μπορεί και αυτή να είναι μια αρχή για αλλαγή νοοτροπίας, μια πόρτα που οδηγεί σε ένα νέο κόσμο, σε έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης που τόσο ζηλεύουμε βλέποντάς τον στο εξωτερικό αλλά ποτέ δεν τολμάμε να δοκιμάσουμε.
Η ενίσχυση των ομάδων με ακόμα περισσότερους Έλληνες παίκτες πρέπει πλέον να αποτελεί όχι την εξαίρεση αλλά τον κανόνα που θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι. Και η εμπιστοσύνη στα νεαρά ταλέντα να γίνει μέρος της νοοτροπίας μας, όχι ιστορίες των άλλων που μας αρέσει να διαβάζουμε και να λέμε “αυτά δεν γίνονται εδώ”.