Στόχος – σκοπός είναι να αντέχεις πάντα. Να ξεπερνάς τα εμπόδια, τον εαυτό σου, τις δυνάμεις σου και να κοιτάς μόνο μπροστά. Έτσι λένε συνήθως. Ή για να το θέσω σωστότερα, έτσι λέμε ΟΛΟΙ συνήθως.
Ακόμα και αν τα καταφέρνουμε όμως, είναι όντως πάντα αυτό το σωστό;
Η κοινωνία, η ζωή, ο τροχός στον οποίο έχουμε μπει οι περισσότεροι και γυρίζουμε καθημερινά ως ανθρωπόμορφα χαμστεράκια, έχουν καθιερώσει – ή και επιβάλλει αν θέλετε – μία είδους πίεσης να κάνουμε το αδύνατο, δυνατό. Το ακατόρθωτο, εφικτό. Το απίστευτο, πραγματικότητα.
Ζούμε την “Αξίζω! Αξίζω! Αξίζω!” και την “Μπορώ! Μπορώ! Μπορώ!” εποχή, δεν χωράει αμφιβολία σε αυτό. Συμφωνούν και όλοι οι life coaches με τα χειλόφωνα και τα Power point.
Με αυτά και με αυτά όμως, ξεχνάμε πως και η παραίτηση είναι μέσα στο παιχνίδι και μάλιστα βασικό συστατικό για την ομαλή πορεία μας στη ζωή.
Διάβαζα την περίπτωση της Καντίγια Σο: παίκτριας της Μάντσεστερ Σίτι που δέχθηκε ρατσιστική επίθεση μέσω των Social Media και αποφάσισε να μείνει για λίγο εκτός δράσης. Εννοείται πως η ομάδα της την στήριξε πλήρως στην απόφασή της αλλά και στη νομική πλευρά του θέματος καθώς η υπόθεση έχει ήδη πάρει το δρόμο της δικαιοσύνης.
Θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί: “Δέχθηκε ρατσιστική επίθεση και απείχε από το ποδόσφαιρο. Μα έτσι νίκησε αυτός που της έστειλε τα μηνύματα!”. Οι περισσότεροι αυτό θα λέγαμε, ας είμαστε ειλικρινείς.
Σε μια δεύτερη και βαθύτερη σκέψη όμως, η απόφαση της Τζαμαϊκανής ήταν ό,τι πιο εύστοχο μπορούσε να επιλέξει για να προστατεύσει τον εαυτό της ψυχικά αλλά και εν τέλει σωματικά.
Η παραίτηση – ένα ακόμα σκαλοπάτι για ψηλότερα
Ας κάνουμε ένα βήμα πίσω και ας δούμε τα πράγματα από μια μικρή απόσταση και με την διαύγεια που το αυθόρμητο “είμαι ικανός για όλα και τίποτα δεν με σταματά” μάς θολώνει. Τότε μάλλον θα συνειδητοποιήσουμε πως ΚΑΙ η παραίτηση, όχι μόνο είναι αναπόσπαστο μέρος του παιχνιδιού, αλλά αποτελεί βασικό και γερό σκαλοπάτι που μας επιτρέπει τελικά να πάμε πιο πάνω.
Όπως στην περίπτωση της Σο, που αντιλήφθηκε πως το να ρίξει γροθιά στο μαχαίρι και να μπει στο γήπεδο, ενώ ήταν ξεκάθαρο σε εκείνη ότι δεν είχε την ψυχική δύναμη να το κάνει, στο τέλος εκείνος που θα έβγαινε ζημιωμένος θα ήταν ο ίδιος της ο εαυτός.
Το να προσπαθούμε να αποδείξουμε – σε ποιον άραγε; – ότι δεν μας επιτρέπουμε καμία υποψία αδυναμίας, ότι τίποτα δεν μας αγγίζει ή ότι ακόμα και αν μας πληγώσει κάτι, εμείς θα σφίξουμε τα δόντια και θα συνεχίσουμε αιμόφυρτοι να προχωράμε, δεν θα μας δώσει βραβείο γενναιότητας.
Το πιθανότερο που θα έχουμε στο χέρι είναι την κακοποιημένη ψυχή μας. Αν δεν βρίσκεις το κουράγιο, δεν τρέχει τίποτα και να χάσεις μερικά ματς. Το γήπεδο της ζωής είναι εκεί και σε περιμένει.
Γεννηθήκαμε και περάσαμε τη ζωή μας με το “επιτρέπεται να πέσεις, οφείλεις να σηκωθείς”. Κανείς όμως δεν μας είπε το πιο σημαντικό: “όποτε εσύ νιώθεις ότι είναι η σωστή στιγμή”.